Αναρτήθηκε από: lykourianews | 29 Μαρτίου, 2011

Oμιλία του διδάκτορα του πανεπιστημίου των Ιωαννίνων κυρίου Νίκου Αναστασόπουλο

Η Αφροδίτη Κοσμά(νέα και δυναμική δικηγόρος) μας έστειλε την ομιλία του διδάκτορα του πανεπιστημίου των Ιωαννίνων κυρίου Νίκου Αναστασόπουλου που εκφώνησε στην εκδήλωση της παγκαλαβρυτινής ένωσης για την εθνική παλιγενεσία. Την ευχαριστούμε πολύ!!!

ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ, ΣΤΕΛΝΩ ΣΥΝΗΜΜΕΝΟ ΣΤΟ E-MAIL ΑΥΤΟ, ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΟΜΙΛΗΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821, ΠΟΥ ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΕ Η ΠΑΓΚΑΛΑΒΡΥΤΙΝΗ ΕΝΩΣΗ (ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ Δ.Σ. ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ, ΟΠΩΣ ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ) ΚΑΙ ΠΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤΙΣ 20-3-2011 ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ. ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΕΝΑ ΑΞΙΟΛΟΓΟ ΝΕΟ ΑΤΟΜΟ ΜΕ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΡΗ ΜΑΣ. ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ, ΕΙΝΑΙ ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ.
ΕΧΕΙ ΣΥΝΕΝΝΟΗΘΕΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΣΩΚΡΑΤΗ ΤΟΝ ΜΟΥΣΙΟ, ΝΑ ΑΝΑΡΤΗΣΕΤΕ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΥΤΟ ΣΤΟ BLOG ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΑΣ. ΠΙΣΤΕΥΩ ΟΤΙ ΑΞΙΖΕΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΑΥΤΗ Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ, ΓΙΑΤΙ ΠΛΕΟΝ (ΕΙΔΙΚΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ ΕΚΠΟΜΠΗ ΤΟΥ ΣΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ 1821) ΑΜΦΙΣΒΗΤΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΧΕΛΩΝΟΣΠΗΛΙΑΣ ΚΛΠ. ΕΠΟΜΕΝΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΧΡΗΣΙΜΟ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΟΥΝ ΟΛΟΙ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΜΠΕΡΙΣΤΑΤΩΜΕΝΗ ΕΡΕΥΝΑ ΕΝΟΣ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑ!
Σ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΣΟΥ. ΚΑΛΗ ΣΟΥ ΜΕΡΑ
ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΚΟΣΜΑ

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ 25ης ΜΑΡΤΙΟΥ 1821
ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΓΚΑΛΑΒΡΥΤΙΝΗ ΕΝΩΣΗ (Π.Ε.) ΣΤΙΣ 20 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011

Η Ομιλία του Dr. Νικολάου Αναστ. Αναστασόπουλου, Λέκτορα Νεότερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Με θέμα: «Από την Τουρκοκρατία στην Επανάσταση του 1821 – Η συμβολή της περιοχής Καλαβρύτων

Κυρίες και Κύριοι,
πριν ακριβώς από 558 χρόνια, δηλαδή το 1453, η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς, τόσο σε ιστορικό, όσο και σε συμβολικό επίπεδο, σηματοδότησε την εξάρθρωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και επέβαλλε έναν νέο παράγοντα στην Ευρωπαϊκή σκηνή. Παρά ταύτα, το γεγονός αυτό, εκ του αποτελέσματος, δεν επέφερε την αποσύνθεση του Ελληνισμού. Αυτός ακριβώς είναι ο κεντρικός πυρήνας, κατά την γνώμη μου, το βασικό και θεμελιώδες μήνυμα του σημερινού εορτασμού της επετείου της Επαναστάσεως του 1821. Με άλλα λόγια, τα 368 χρόνια ένταξης του ελληνισμού στους Οθωμανούς, έως δηλαδή το 1821, αναδεικνύουν για εμάς σήμερα, μία διαρκή αφύπνιση του ελληνικού στοιχείου, τεσσάρων περίπου αιώνων και μία σταδιακώς αυξανόμενη αντιστασιακή δραστηριότητα, μέσα από ένα πλαίσιο στρατιωτικό, οικονομικό, εκπαιδευτικό και κοινωνικό. Η επίτευξη, λοιπόν, του στόχου, δηλαδή η επιτυχής έκβαση της επαναστατικής προσπάθειας, δεν ήταν παρά το αποτέλεσμα κάποιων ενεργειών, γεγονότων, συντονισμένων ή μεμονωμένων ή ακόμη και συγκυριών, που χωρίς αυτά δεν θα φθάναμε στην Επανάσταση.

Ως εκ τούτου, οι τρόποι και οι μέθοδοι για την πραγματοποίηση του απελευθερωτικού στόχου και η στάση απέναντι στους Οθωμανούς, διαμόρφωσαν τα ιδεολογικά ρεύματα και την πολιτική των υποδούλων. Κατ’ επέκταση, λοιπόν, θεωρώ αυτήν την πτυχή της βασανιστικής πορείας του ελληνισμού από την Άλωση μέχρι το 1821, ως την κινητήρια δύναμη της απελευθερωτικής προσπάθειας, καθώς υποδαύλιζε σταθερά και ακατάπαυστα, αυτούς τους αιώνες, το όραμα της ανεξαρτησίας.

Έτσι, εν πρώτοις, μέσα στον περιορισμένο χρόνο της σημερινής ομιλίας, ας σκιαγραφήσουμε σε αδρές γραμμές και ασφαλώς όχι εξαντλητικά, τα βασικά σημεία αυτής της αφύπνισης του ελληνισμού κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, ώστε να εισαχθούμε εναργώς, περαιτέρω, στο σημερινό ιστορικό ζητούμενό μας. Δηλαδή, την ερμηνεία και την παράθεση των γεγονότων σε σχέση με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης στο Μοριά, όπου η συμβολή των Καλαβρύτων δεν ήταν μόνον σημαντική αλλά, αδιαμφισβήτητα, πρωταρχική.

Συνεπώς, επεκτείνουμε γοργά την συλλογιστική μας σε ένα από τα πιο εμφανή αποτελέσματα της τουρκικής κατάκτησης που δεν ήταν άλλο από την αναπόφευκτη μετακίνηση του πληθυσμού από την πατρική γη σε άλλες περιοχές. Το ένα ρεύμα του πληθυσμού, λίγο μετά την Άλωση, κινήθηκε μέσα στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενώ το άλλο στράφηκε έξω από αυτή, προς όλες τις κατευθύνσεις, την Κεντρική Ευρώπη, τη Ρωσία και φυσικά τη Μεσόγειο, με κύρια την επιλογή της Ιταλικής χερσονήσου. Εμπορικές ανθηρές παροικίες όπως της Ρώμης, της Βενετίας, της Τεργέστης ή του Λιβόρνου έγιναν σταδιακά οι πυρήνες εκκόλαψης των απελευθερωτικών ιδεών, βασισμένες στο γεγονός ότι οι Έλληνες από τον 17ο αιώνα και εξής αποτελούσαν την πιο σημαντική εμπορική τάξη μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ας επισημάνουμε, ενδεικτικώς, ότι στην Δυτική Ελλάδα εμφανίστηκαν εμπορικά κέντρα στην Άρτα και τα Ιωάννινα. Βεβαίως, στην Πελοπόννησο ο ευρωπαϊκός εμπορικός ανταγωνισμός επικεντρώθηκε στην Πάτρα, στην οποία ιδρύθηκε και βενετικό Προξενείο. Πάντως, την ζωηρότερη εμπορική κίνηση σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο κυρίως από το 1700 και μετά γνώρισε η Θεσσαλονίκη. Η συμπρωτεύουσα της Κωνσταντινούπολης εξελίχθηκε σ’ ένα τεράστιο οικονομικό κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου, στο οποίο πρωτοστατούσαν χριστιανοί και εβραίοι και σαφώς πολύ λιγότερο οι Οθωμανοί.

Παράλληλα, η ανασυγκρότηση της πνευματικής ζωής των Ελλήνων, η οποία ήταν ενωμένη με την χριστιανική ιδέα, καθώς η εκκλησία κατείχε κυρίαρχη θέση στην εκπαίδευση στον καιρό της Τουρκοκρατίας, συνέβαλλε εξαιρετικά στην εκκολαπτόμενη εθνική ιδέα. Στη Δημητσάνα, στα Ιωάννινα, στη Κοζάνη ή τη Χίο μαρτυρούνται σημαντικά εκπαιδευτικά κέντρα, ενώ, το σπουδαιότερο, η Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη ευρισκόταν υπό την εποπτεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Σε αυτά, ας προσθέσουμε το Φλαγγινιανό Φροντιστήριο που λειτούργησε στους κόλπους της ελληνικής κοινότητας της Βενετίας και βεβαίως το Πανεπιστήμιο της Πάδοβας, το μοναδικό ανώτατο εκπαιδευτικό κέντρο όπου πήγαιναν οι Έλληνες έως τα μέσα του 18ου αιώνα. Άλλωστε, ηγετικές μορφές της Επανάστασης, όπως ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και ο Ιωάννης Καποδίστριας φοίτησαν στο συγκεκριμένο Πανεπιστήμιο.

Σ’ αυτό, λοιπόν, το οικονομικό και πνευματικό πλαίσιο, συντελείται η ιδεολογική προετοιμασία του 1821. Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός, που αρχίζει από τα τέλη του 18ου αιώνα και φθάνει έως την Επανάσταση καλλιέργησε προοδευτικές τάσεις, εν μέσω, βέβαια, αντιδράσεων. Βασισμένος στην ιδεολογική δομή της Γαλλικής Επανάστασης, σαν πνευματικό κίνημα, ξεσήκωσε σιγά σιγά τις μάζες για την εθνική τους ελευθερία και την απαλλαγή τους από έναν μεσαιωνικού τύπου πνευματικό σκοταδισμό και εν γένει τρόπο ζωής. Επί του προκειμένου, θα ήταν παράλειψή μου, αν δεν κάνω μία αναφορά στον βασικό εκπρόσωπο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού τον Αδαμάντιο Κοραή αλλά και τον Ρήγα Φεραίο, ο οποίος με τα εθνεγερτικά του έργα βοήθησε στην ηθική, κατά βάση, προετοιμασία για την Επανάσταση. Από την άλλη πλευρά, πώς να μην αναφερθώ στο εθνικό και αποστολικό έργο του Κοσμά του Αιτωλού, που αναπτέρωσε την πίστη των υποδούλων έως την ημέρα του μαρτυρίου του.

Μετά, λοιπόν, από όλα αυτά, αντιλαμβανόμαστε ότι το ελληνικό στοιχείο στην ακμή του 18ου αιώνα ήταν ώριμο σχετικά για τον μεγάλο αγώνα. Η υποθήκη του Κωνσταντίνου Υψηλάντη προς τον γιό του Αλέξανδρο: «Υιέ μου, μη λησμονήσης ποτέ ότι οι Έλληνες μόνον εις εαυτούς πρέπει να στηρίζονται, όπως γίνωσιν ελεύθεροι» είχε γίνει συνείδηση στον Τουρκοκρατούμενο ελληνισμό. Άλλωστε, η προοδευτική ανάπτυξη της εθνικής ιδέας ήταν σε αλληλεξάρτηση με την ακτινοβόλα οικονομική παρουσία του ελληνικού πληθυσμού σε όλη τη Βαλκανική χερσόνησο. Έτσι, εκεί στην αυγή του 1800, ο ερχομός της Επανάστασης, ο οποίος βάδιζε στα χνάρια άλλων αντίστοιχων περιπτώσεων, όπως των σερβικών εξεγέρσεων, ήταν γεγονός. Δεν ήταν μόνον η εισροή ευρωπαϊκών επιδράσεων στον ελληνικό πολιτισμό αλλά και η διαιώνιση του Βυζαντίου με την βοήθεια της Εκκλησίας, που έδωσε την δυνατότητα στο ελληνικό στοιχείο να προσδιορίσει έναν στόχο βασισμένο στην ιδέα της συνένωσης όλων των ελληνικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δεν είναι τυχαίο ότι οι έλληνες της διασποράς αποτελούσαν το πιο ενημερωμένο κομμάτι του ελληνικού πληθυσμού. Αυτοί προχώρησαν στην σύσταση μυστικών κατά βάση οργανώσεων με σκοπό την προετοιμασία του Επανάστασης. Η δημιουργία του «Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου» το 1809, της «Φιλόμουσου Εταιρείας» στη Βιέννη το 1814 και φυσικά της «Φιλικής Εταιρείας» στην Οδησσό της Ρωσίας, επίσης το 1814, στόχευσαν και συνετέλεσαν καθοριστικά στην ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού Κράτους.

Συνεπώς, ήρθε η στιγμή να περάσουμε από την προετοιμασία του εγχειρήματος στην υλοποίηση. Και εάν αυτή η προετοιμασία οφείλετο, εν πολλοίς, στους έλληνες της διασποράς, η υλοποίηση οφείλεται, αρχικώς και εν πολλοίς, στον πληθυσμό των νότιων ελληνικών περιοχών. Οι εντολές, άλλωστε, της Φιλικής Εταιρείας ήταν σαφείς: «η Επανάσταση θα έπρεπε να ξεκινήσει τις πρώτες 50 ημέρες του 1821 από τον Μοριά». Γιατί, όμως από το Μοριά; Και πως τα Καλάβρυτα σήκωσαν πρωταρχικά το βάρος του όλου εγχειρήματος; Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι ξεκάθαρη. Στην Πελοπόννησο και ακολούθως στην Στερεά Ελλάδα και τα νησιά του δυτικού του Αιγαίου, οι εκπρόσωποι της Φιλικής Εταιρείας είχαν επιτύχει την μύηση των προκρίτων της περιοχής. Στην ίδια κατεύθυνση, συνετέλεσε η συντριπτική αριθμητική υπεροχή του χριστιανικού στοιχείου σε συνδυασμό με την μικρή στρατιωτική δύναμη των Οθωμανών, η οποία μάλιστα την ίδια περίοδο είχε μεταφερθεί στην Ήπειρο, μετά την ανταρσία του Αλή Πασά στα Γιάννενα.

Κατά συνέπεια, ας επικεντρώσουμε την προσοχή μας στο δεύτερο ερώτημά μας, στο πως και γιατί η συμβολή των Καλαβρυτινών υπήρξε καθοριστική για την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα. Αναμφισβήτητα, η επαρχία Καλαβρύτων, μεγαλύτερη σε πληθυσμό από τις υπόλοιπες της Πελοποννήσου, ιδιαίτερα τα Προεπαναστατικά χρόνια διαδραμάτισε εξέχοντα ρόλο στις πολιτικοστρατιωτικές εξελίξεις όχι μόνον της Αχαΐας αλλά ευρύτερα του ελληνικού χώρου. Άλλωστε, η ισχυρή επιρροή των προεστών της επαρχίας όπως του Ανδρέα Ζαΐμη, του Ασημάκη Φωτήλα ή του Σωτήρη Χαραλάμπη συνέβαλε ως προς αυτό. Παράλληλα, οι στρατιωτικές οικογένειες της περιοχής, όπως των Πετιμεζαίων, από τα Σουδενά, φανέρωναν το υψηλό μαχητικό φρόνημα των Καλαβρυτινών, ενώ, ταυτόχρονα, με τα ανωτέρω, η πλειοψηφία του χριστιανικού πληθυσμού της περιοχής με οδηγούς τα μοναστήρια του Μεγάλου Σπηλαίου και της Αγίας Λαύρας εγγυούνταν, τουλάχιστον, την θέληση για την απελευθέρωση.

Διεισδύοντας, λοιπόν, στα περί της παραμονής της Επανάστασης, διαπιστώνουμε ήδη, από τον Ιανουάριο του 1821, την υψηλή επιρροή των Καλαβρυτινών στις επαναστατικές διεργασίες. Συμπέρασμα, το οποίο εξάγεται από τον προγραμματισμό από την Φιλική Εταιρεία της διεξαγωγής της κανονικής συνέλευσης της Εφορίας των Φιλικών της Πελοποννήσου, τον Φεβρουάριο του 1821, στο Μοναστήρι του Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων. Ωστόσο, για λόγους ασφαλείας και μυστικότητας από τους Τούρκους, επισπεύθηκε η συνέλευση και προτιμήθηκε ως έδρα πραγματοποίησης των εργασιών η Βοστίτσα, δηλαδή το σημερινό Αίγιο. Ταυτόχρονα, η άφιξη του Παπαφλέσσα, ως εκπροσώπου της Φιλικής Εταιρείας στην εν λόγω συνέλευση, καλύφθηκε υπό την ιδιότητα του πατριαρχικού εξάρχου στη Βοστίτσα. Ακολούθως, η ίδια η σύναξη δικαιολογήθηκε στους Τούρκους, ως μία συνέλευση για την επίλυση των διαφορών μεταξύ της Μονής Ταξιαρχών Βοστίτσας και του Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων για την οριοθέτηση των κτημάτων τους. Οι εργασίες της σημαντικής αυτής συνελεύσεως διήρκησαν από τις 26 έως τις 29 Ιανουαρίου και σε αυτήν έλαβαν μέρος μεταξύ άλλων οι προεστοί Ανδρέας Ζαΐμης, Ασημάκης Φωτήλας, Ανδρέας Λόντος και Πανάγος Δεληγιάννης, ενώ ήσαν παρόντες και ανώτατοι κληρικοί όπως ο επίσκοποι Παλαιών Πατρών Γερμανός και ο Κερνίτσης και Καλαβρύτων Προκόπιος.

Επί της ουσίας, στην σύναξη της Βοστίτσας αποκαλύφθηκαν δύο διαφορετικοί κόσμοι, δύο διαφορετικές νοοτροπίες, δύο διαφορετικές προσεγγίσεις για τον τρόπο και τον χρόνο έναρξης της επανάστασης. Από την μία πλευρά οι προεστοί και οι αρχιερείς, γνώστες της πολιτικοστρατιωτικής πραγματικότητας επιφυλάχθηκαν στην άμεση κήρυξη της επανάστασης και πρότειναν την αναβολή αυτής, καθώς υπεστήριξαν ότι η Πελοπόννησος ήταν απροετοίμαστη για ένα τέτοιο εγχείρημα. Από την άλλη πλευρά, ο αρχιμανδρίτης Παπαφλέσσας με ένθερμο ενθουσιασμό και πλούσια επιχειρηματολογία υπεστήριζε την άμεση έναρξη της Επανάστασης. Ωστόσο, εν μέσω δυνατών αντιπαραθέσεων, δεν ελήφθη απόφαση για άμεση επανάσταση, αλλά ορίσθηκε, πάντως, ως πιθανή ημερομηνία αυτής η 25η Μαρτίου, ως ημέρα εορτής του Ευαγγελισμού ή η 23η Απριλίου, ως ημέρα εορτής του Αγίου Γεωργίου.

Προχωρώντας στην διερεύνηση των ανάλογων ιστορικών δεδομένων που ανακύπτουν από την μελέτη των αρχειακών πηγών και της σχετικής βιβλιογραφίας, υπογραμμίζουμε ότι η άφιξη στην Πελοπόννησο αυτήν την περίοδο αρκετών φιλικών, όπως του Κολοκοτρώνη και του Παπαφλέσσα, ανησύχησε σθεναρώς τον Μεχμέτ Χουρσίτ Πασά, ο οποίος ήταν ο διοικητής της Πελοποννήσου με έδρα την Τρίπολη. Κατόπιν αυτού, ο Πασάς έδωσε διαταγή ώστε όλοι οι πρόκριτοι και οι αρχιερείς της Πελοποννήσου να μεταβούν στην Τρίπολη με σκοπό να συσκεφθούν επί ζητημάτων διοίκησης. Στην πραγματικότητα, όμως, για να κρατηθούν ως όμηροι και να προληφθούν, κατά συνέπεια, τυχόν επαναστατικές κινήσεις. Στην βούληση, όμως, του Μεχμέτ Χουρσίτ δεν ανταποκρίθηκαν οι πρόκριτοι της Βοστίτσας και των Καλαβρύτων καθώς επίσης και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός με τον επίσκοπο Κερνίτσης. Αρχικώς, οι ανωτέρω για να δικαιολογήσουν την ανυπακοή τους στις 27 Φεβρουαρίου μετέβησαν από την Πάτρα στα Καλάβρυτα και επικαλούνταν ψευδή ασθένεια του Παλαιών Πατρών Γερμανού. Ακολούθως, στις 9 Μαρτίου ο Επίσκοπος Γερμανός και η συνοδεία του ανεχώρησαν για την Τρίπολη, με ενδιάμεση νυχτερινή στάση στα Μαζέϊκα, την σημερινή Κλειτορία. Εκεί, ο Γερμανός σκηνοθέτησε την λήψη μίας πλαστής επιστολής από δήθεν φίλο του Τούρκο της Τριπόλεως, κατά την οποία συμβούλευε αυτόν και την συνοδεία του να μην μεταβούν στην Τρίπολη διότι «…αφεύκτως θανατώνεσθαι αν εμβήτε εις Τριπολιτσάν…». Κοντολογίς, αγανακτισμένοι προσποιητά από την αποκάλυψη της παγίδας, που τους είχε στηθεί και στην οποία κινδύνευσαν να πέσουν, ανακοίνωσαν στον Τούρκο απεσταλμένο ότι δεν δύνανται να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Μάλιστα, εσπευσμένα μετέβησαν στα Καλάβρυτα και από εκεί στο Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας. Κατά τα λοιπά, αξίζει να τονίσει κανείς ότι το εν λόγω σχέδιο αποπλάνησης του Παλαιών Πατρών Γερμανού με αντικειμενικότητα, θα λέγαμε ότι λαμβάνει επαναστατικά χαρακτηριστικά, καθώς επρόκειτο για μία σαφή και ριψοκίνδυνη αντίσταση στις εντολές του Τούρκου διοικητή της Πελοποννήσου. Ήταν, η πρώτη ανυπακοή κατά της Τουρκικής ηγεσίας της Πελοποννήσου, που εκ των πραγμάτων τοποθετούσε τον Γερμανό και μαζί με αυτόν τα Καλάβρυτα στον μονόδρομο της αντίδρασης και της Επανάστασης. Διαφορετικά, αν αδρανούσαν, μετά την εν λόγω άρνησή τους, είναι αυτονόητο ότι θα έθεταν σε άμεσο κίνδυνο, εξαιτίας αντιποίνων, την ζωή τους.

Σε αυτό, λοιπόν, το έκρυθμο κλίμα, σύμφωνα με την βιβλιογραφία, την ίδια ημέρα, στις 10 Μαρτίου και μόλις 15 ημέρες πριν την 25η Μαρτίου, στην Αγία Λαύρα έγινε μία σημαντική σύσκεψη για την Επανάσταση, στην οποία έλαβαν μέρος οι ιεράρχες Παλαιών Πατρών Γερμανός και Κερνίτσης Προκόπιος, ο Ασημάκης Ζαΐμης, ο Ασημάκης Φωτήλας, ο Σωτήρης Θεοχαρόπουλος, ο Σωτήρης Χαραλάμπης, ο Παναγιώτης Φωτήλας, ο Ανδρέας Ζαΐμης και ο Αντρέας Λόντος. Σε αυτήν την σύσκεψη η βούληση για την άμεση έναρξη της Επανάστασης ήταν δεδομένη, παρά τις όποιες ψύχραιμες απόψεις περί καλύτερης προετοιμασίας από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και τον Ασημάκη Ζαΐμη. Είναι ενδεικτικό, ωστόσο, επί του προκειμένου, ότι ο Ασημάκης Φωτήλας παρουσίασε ως την ενδεδειγμένη λύση μετά την εξέλιξη των πραγμάτων την άμεση κήρυξη της Επανάστασης. Μάλιστα, κατέληξε στην επιχειρηματολογία του: «…έπειτα και εμείς θα έχωμεν ολίγον θάρρος εις τούτο, ότι εκάμαμεν το χρέος μας». Ως προέκταση των ανωτέρω επισημαίνουμε ότι σύμφωνα με τον Φωτάκο στην σύσκεψη ελέχθησαν και τα ακόλουθα: «…ό,τι εδυνήθημεν εκάμαμεν μέχρι τούδε και αρκετά εμακρύναμεν τον καιρόν, αλλ’ εις το εξής οι Τούρκοι δεν μας πιστεύουν, όσον και αν προσπαθήσωμεν να τους γελάσωμεν…». Με άλλα λόγια, λοιπόν, καθίσταται ευδιάκριτο ότι στην συγκεκριμένη σύναξη, ανεξάρτητα των μεταγενέστερων πρωτοβουλιών, η πρόθεση για την κήρυξη της επανάστασης ήταν δεδομένη και φυσικά η Αγία Λαύρα αναδεικνύεται στο επίκεντρο των λήψεων αποφάσεων για την έκβαση της όλης προσπάθειας. Άλλωστε, στις 17 Μαρτίου, ανήμερα του Αγίου Αλεξίου, σύμφωνα με τις πηγές, τελέστηκε στον ίδιο χώρο δοξολογία παρόντων των οπλαρχηγών και των προκρίτων.

Τις ίδιες ημέρες και μετά την αποχώρηση των ηγετών από την Αγία Λαύρα (ο Παλαιών Πατρών Γερμανός και ο Ανδρέας Ζαΐμης πήγαν στα Νεζεροχώρια, ο Ασημάκης Ζαΐμης και ο Ασημάκης Φωτήλας στην Κερπινή και ο Ανδρέας Λόντος στο Διακοφτό) μία σειρά πολεμικών επεισοδίων στην περιφέρεια των Καλαβρύτων, από τις 14 Μαρτίου έως τις 20 Μαρτίου, δεικνύει και πάλι την συμβολή της περιοχής στην έναρξη της Επανάστασης. Βεβαίως, προεπαναστατικά επεισόδια συνέβησαν και σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου. Όμως, το πρώτο καταγράφεται στις 14 Μαρτίου στο Αγρίδι Νονάκριδος, όπου ο μυημένος στη Φιλική Εταιρεία ταχυδρόμος Νικόλαος Σολιώτης έστησε ενέδρα και χτύπησε στην θέση «Πόρταις», κοντά στο Αγρίδι τους ταχυδρόμους που μετέφεραν επιστολές του καϊμάκη Σελήχ στον Χουρσήτ στα Ιωάννινα. Επιπρόσθετα, στις 16 Μαρτίου ακολούθησε η επίθεση του Ιωάννη Χονδρογιάννη, στη θέση Χελωνοσπηλιά Λυκούριας, με ενέδρα κατά του εισπράκτορα χρημάτων των Τούρκων Σεϊδή Λαλιώτη, ο οποίος μετέβαινε προς την Τρίπολη με την συνοδεία του. Κατά την συμπλοκή αυτή, η οποία αποτελούσε το πρώτο οργανωμένο ένοπλο επεισόδιο κατά των Τούρκων (καθώς για την τέλεση αυτού υπήρξε προτροπή από τον Ασημάκη Ζαΐμη προς τον Ιωάννη Χονδρογιάννη) σκοτώθηκε ένας τούρκος και οι υπόλοιποι διασκορπίσθηκαν εγκαταλείποντας τα χρήματα. Ανάλογο επεισόδιο σημειώθηκε στις 17 Μαρτίου στην θέση Φροξυλιά Τουρλάδας, όπου πάλι με ενέδρα ο οπλαρχηγός Σωτήρης Παπαδαίος επιτέθηκε κατά του Βοεβόδα των Καλαβρύτων Αρναούτογλου και της συνοδείας του. Ομοίως, στις 18 Μαρτίου οι ομάδες Παπαδαίου – Χονδρογιάννη στο γεφύρι Αμπήμπαγα Άρμπουνα εφόνευσαν τον Αλβανό Μπεκιάρη και τους άνδρες του.

Κυρίες και κύριοι, λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω θεωρήσεις είναι πασιφανές ότι οι επαναστατικές κινήσεις κατά των Τούρκων στην επαρχία Καλαβρύτων ήταν γεγονός, σαφώς πολύ νωρίτερα από την 25η Μαρτίου, ημερομηνία ορισμού έναρξης της Επανάστασης στην συνέλευση της Βοστίτσας. Πέραν, πάντως των ανωτέρω, τα επαναστατικά γεγονότα από τις 21 έως τις 31 Μαρτίου κορυφώθηκαν σε όλη την Πελοπόννησο. Και πάλι, όμως, η πολιορκία και η παράδοση των Καλαβρύτων στις 21 Μαρτίου αποτελεί την πρώτη ουσιαστικά γενικευμένη πολεμική σύγκρουση. Τότε, οι Καλαβρυτινοί προεστοί, με την συμβολή των Πετιμεζαίων και 600 ενόπλων αγωνιστών πολιόρκησαν τα Καλάβρυτα με αποτέλεσμα την παράδοση του Τούρκου διοικητή και αντίστοιχα την παράδοση της πόλης στους Έλληνες. Για την ολοκληρωμένη κάλυψη, πάντως, του συγκεκριμένου θέματος, ας αναφέρουμε ότι στην γαλλική εφημερίδα «Le Constitutionel» της 6ης Ιουνίου 1821 φιλοξενείται δημοσίευμα με διακήρυξη του Παλαιών Πατρών Γερμανού εκφωνηθείσα στις 20 Μαρτίου, μία ημέρα πριν την απελευθέρωση των Καλαβρύτων, εντός της Αγίας Λαύρας. Ας προσθέσουμε, επίσης, ότι στις 22 Μαρτίου, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, συγκεντρώθηκε με αγωνιστές (η σύναξη των οποίων είχε πραγματοποιηθεί από τις 17 Μαρτίου στην Αρεόπολη) στην Καρδαμύλη της Μάνης για να προσβάλει την Καλαμάτα, στην οποία εισήλθε στις 23 Μαρτίου. Δύο ημέρες, αργότερα, στις 25 Μαρτίου, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευρισκόμενος στην Πάτρα, στην οποία ήδη είχαν αρχίσει ένοπλα επεισόδια, ως επικεφαλής του Αχαϊκού Διευθυντηρίου της Επανάστασης επέδωσε στους προξένους των ξένων δυνάμεων ψηφίσματα αυτοδιάθεσης και επαναστατικής διακήρυξης. Έκτοτε, τα δρώμενα περί την ελληνική επικράτεια είναι γνωστά μέχρι το τέλος του επαναστατικού αγώνα το 1828 και την επίσημη αναγνώριση της ανεξαρτησίας του ελληνικού κράτους το 1830.

Όσον αφορά, τώρα, τον επίσημο εορτασμό της Επανάστασης του 1821 στις 25 Μαρτίου, ας υπογραμμίσουμε ότι αυτός καθιερώθηκε με διάταγμα του Όθωνα στις 15 Μαρτίου του 1838. Ωστόσο, οι διαφωνίες που είχαν προκύψει για την ημερομηνία του εορτασμού, καθώς επροτάθη και η 24η Φεβρουαρίου, ως ημέρα κήρυξης της επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, καθυστέρησε για δύο έτη την έναρξη του εορτασμού. Παρά ταύτα, ο βασιλιάς Όθωνας κατέληξε στην 25η Μαρτίου περισσότερο, διότι αυτή η ημέρα είχε καθοριστεί από την Φιλική Εταιρεία αλλά και την συνέλευση της Βοστίτσας ως ημέρα έναρξης του Αγώνα. Ταυτόχρονα, όμως, την ημέρα αυτή τόσο το Αχαΐκό Διευθυντήριο Πατρών, όπως προείπαμε, και η Μεσσηνιακή Γερουσία Καλαμών, επέδωσαν την επαναστατική προκήρυξη στους Προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων. Ακολούθως, μετά το 1840 εδόθη επίσημα η άδεια στην Αγία Λαύρα να πανηγυρίζει στις 25 Μαρτίου την ύψωση του Λαβάρου και την κήρυξη της Επανάστασης.

Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι η 25η Μαρτίου, ως ημερομηνία, εκφράζει έναν συμβολισμό, καθώς δεν αποτελεί, όπως άλλωστε αναλύσαμε, την πρώτη ημέρα της Επανάστασης. Άλλωστε τα επαναστατικά περιστατικά είχαν προηγηθεί στα Καλάβρυτα, ήδη, 20 ημέρες νωρίτερα. Θα ήταν χρήσιμο, ωστόσο, να προβούμε σε κάποιες επισημάνσεις για να διαπιστώσουμε την δόκιμη καθιέρωση της 25ης Μαρτίου. Και αυτό διότι ως ημερομηνία συμβολίζει σε μία κοινή συνιστώσα την κορύφωση όλων των επαναστατικών ένοπλων αντιδράσεων σε όλη την Πελοπόννησο, από τα Καλάβρυτα, δηλαδή, έως την Μάνη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, αντικατοπτρίζει συγκεντρωτικά την κοινή προσπάθεια εναντίον των Τούρκων, αντικατοπτρίζει την ενότητα, χάρη στην οποία επετεύχθη το αποτέλεσμα, αντικατοπτρίζει την ισχυρή θέληση όλου του Μοριά να προχωρήσει από κοινού στο μεγάλο εγχείρημα. Από την άλλη πλευρά, όμως, ο προσδιορισμός της Αγίας Λαύρας ως σημείου επίσημου εορτασμού της Επανάστασης, ευστόχως, δικαιώνει τα Καλάβρυτα και το ίδιο το Μοναστήρι, αφού σε αυτά τις προηγούμενες ημέρες δημιουργήθηκαν και πραγματοποιήθηκαν, ως αναλύσαμε, οι πρώτες σπίθες της Επανάστασης ή αλλιώς η κήρυξη του Αγώνα.

Εν κατακλείδι, λοιπόν, η Επανάσταση του 1821 δεν έχει μόνον ιστορικό χαρακτήρα, έχει, θα έλεγα, πολλαπλούς συμβολισμούς. Εξάλλου, (και ας έλθουμε λίγο στο σήμερα) σε μία εποχή ρευστότητας, όπως η σημερινή, η ενθύμηση αυτού του σημαντικού γεγονότος, φανερώνει μηνύματα, ενσαρκώνει ερεθίσματα και αποτελεί πολύτιμο στήριγμα. Βέβαια, σήμερα, τα διακυβεύματα είναι γεμάτα αποχρώσεις και λεπτομέρειες και είναι πιο δύσκολο να απαντήσεις με αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα στις νέες αυτές προκλήσεις από ότι σε παλιές, απλές, θεμελιώδεις προκλήσεις παλαιότερων εποχών. Πάντα όμως υπάρχουν μερικές αναλλοίωτες αξίες όπως η υπεράσπιση της εύρυθμης λειτουργίας των θεσμών αλλά και της αξιοπρέπειας, τις οποίες καλούμαστε να διασφαλίσουμε. Γιατί πρέπει να έχουμε στηρίγματα, πρέπει να νιώθουμε ως κράτος ακεραιότητα, μέσα σε ένα πλαίσιο φυσικά διεθνούς συνεργασίας και ως πολίτες προοπτική. Εξάλλου και σήμερα σε μία μορφή πολέμου δεν είμαστε; Δεν πρέπει, δηλαδή, να κερδίσουμε την μάχη της δημοσιονομικής εξυγίανσης και οικονομικής ανασυγκρότησης;

Για να ανορθωθούμε, λοιπόν, πρέπει να είμαστε ενωμένοι, να διασφαλίσουμε την κοινωνική μας συνοχή και αλληλεγγύη, να αποκτήσουμε όσο γίνεται αισιοδοξία, να αποκτήσουμε και πάλι ένα συλλογικό όραμα. Εδώ, έρχεται σταθερός, αγέρωχος και κυρίως ανέξοδος βοηθός η ιστορία μας. Η επανάσταση του 1821, εν προκειμένω… με τα μηνύματα της ελπίδας, της υπερηφάνειας και της επίτευξης των στόχων που την συνοδεύουν.

Το οφείλουμε στους εαυτούς μας, στους προγόνους μας, στα παιδιά μας και θα το πετύχουμε.

Ενδεικτική βιβλιογραφία

Χρήστος Λούκος, «Η Επανάσταση του 1821», Η συγκρότηση του Ελληνικού Κράτους, Διεθνές πλαίσιο, εξουσία και πολιτική τον 19ο αιώνα, Αθήνα 2008, σ. 53 – 68.

Γεώργιος Πλουμίδης, Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας, Ιωάννινα 2005.

Stevan K. Pavlowitch, Ιστορία των Βαλκανίων, 1804 – 1945, Θεσσαλονίκη 2005.

Επαμεινώνδας Σπηλιωτόπουλος, Πρώιμα Επαναστατικά γεγονότα στην περιοχή της Κατσάνας, Ανάτυπον εκ των πρακτικών της Ακαδημίας Αθηνών, τ. 81 (2006), τεύχ. Γ΄, εν Αθήναις, σ. 29 – 42.

David Brewer, Η φλόγα της ελευθερίας, ο αγώνας των Ελλήνων για την Ανεξαρτησία 1821 – 1833, Αθήνα 2004.

Νίκος Γ. Σβορώνος, Επισκόπηση της Νεοελληνικής ιστορίας, Αθήνα 1994.

Χρύσης Πελεκίδης, Ιδεολογικά ρεύματα του Ελληνισμού της Τουρκοκρατίας, Ιωάννινα 1974.

Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, Κατακτώντας την Ανεξαρτησία, δέκα δοκίμια για την Επανάσταση του 1821, Αθήνα 2010.

Τάσος Βουρνάς, Σύντομη Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, Αθήνα 1999.

Λάμπης Λούκος, Η κήρυξη της Επανάστασης του 21 αποφασίστηκε το δεύτερο δεκαήμερο του Μαρτίου στη Μονή της Λαύρας και ξεκίνησε από τα Καλάβρυτα στις 21 Μαρτίου. Ιστορία και Θρύλος, Πάτρα 1999.

Κωνσταντίνος Α. Βακαλόπουλος, Νεοελληνική ιστορία (1204 – 1940), Αθήνα 2008.

Στέφανος Π. Παπαγεωργίου, Από το γένος στο έθνος Η θεμελίωση του Ελληνικού κράτους 1821-1862, Αθήνα 2005,

Douglas Dakin, Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833, Αθήνα 1999.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. IΒ΄.

Απομνημονεύματα Φωτάκου, τόμ. Α΄, Αθήνα 1990.

Νικόλαος Αναστασόπουλος
Λέκτορας νεώτερης ιστορίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων


Σχόλια

  1. Μεγας προβληματισμος!Ο ηλιος καθε πρωι ανατελλει,δεστε το φως του.Οι σούδες των πουρναριων Καλαβρυτα -Καλαματα εκλεισαν.Ευτυχως που υπαρχει η Κατσανα για να καθαριζει τα χερσα χωραφια.


Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Kατηγορίες

Αρέσει σε %d bloggers: